Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Δημοκρατίας Άρθρο 29, αλλά και βάση του Νόμου περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου του 1999, όλες οι αρμόδιες δημόσιες αρχές οφείλουν να γνωστοποιήσουν γραπτώς την απόφαση τους σε οποιοδήποτε άτομο υποβάλει αίτηση ή παράπονο εντός της προθεσμίας μη υπερβαίνουσης των 30 ημερών.
Το δικαίωμα αναφοράς παρέχεται ανεξαιρέτως σε κάθε πρόσωπο που ζει στη Δημοκρατία, είτε φυσικό είτε νομικό και καλύπτει την υποβολή παραπόνου ή αιτήματος για να προβεί η διοίκηση σε διοικητική ενέργεια ή για την ανάκληση ή τροποποίηση πράξης που έχει ήδη εκδοθεί ή για την αποτροπή ή επανόρθωση ηθικής ή υλικής βλάβης. Ακόμα κι αν το αίτημα έχει υποβληθεί σε αναρμόδια Αρχή, αυτή δεν πρέπει να το απορρίψει, αλλά να το διαβιβάσει στην αρμόδια Αρχή.
Σύμφωνα με την Νομολογία έχει καθοριστεί ότι οι πρόνοιες του άρθρου 29 του Συντάγματος εναποθέτουν στους ώμους της διοίκησης την υποχρέωση και αυτό για σκοπούς περιφρούρησης του αναφαίρετου δικαιώματος του πολίτη να απευθύνεται στις αρχές, να επιλαμβάνεται και να αποφασίζει χωρίς καθυστέρηση επί του αιτήματος του πολίτη, τη δε αιτιολογημένη απόφαση της να κοινοποιεί στον πολίτη σε διάστημα που δεν θα υπερβαίνει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου, τις 30 μέρες (βλ. Christoforou and other v. Municipal Committee of Ayios Dhometios and another (1983) 3 C.L.R. 1464).
Σε περίπτωση που η αρμόδια δημόσια αρχή δεν απαντήσει εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, ο αιτητής δύναται να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο με την οποία θα αιτείται διάταγμα του δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η αρμόδια αρχή να απαντήσει στην αίτηση ή παράπονό του.
Επιπλέον εφόσον ο διοικούμενος είναι σε θέση να αποδείξει ότι από την παράλειψη απάντησης στο αίτημά του από τη Διοίκηση, η οποία παράλειψη ακυρώθηκε από το Δικαστήριο κατόπιν προσφυγής του, ο ίδιος υπέστη βλάβη, δικαιούται να ζητήσει δίκαιη και εύλογη αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 146 παράγραφος 6 του Συντάγματος.