Ο Νόμος με αριθμό 232/91 για την Ρύθμιση των Περιουσιακών Σχέσεων μεταξύ συζύγων και όπως αυτός έχει τροποποιηθεί κατά καιρούς, προβλέπει ότι μετά την διάσταση των συζύγων περιουσία σημαίνει κινητή και ακίνητη περιουσία που έχει αποκτηθεί πριν από τον γάμο με την προοπτική του γάμου ή σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μετά την σύναψη του γάμου από οποιονδήποτε από τους συζύγους.
Στον πιο πάνω αναφερόμενο νόμο γίνεται πρόνοια ότι σε περίπτωση διάλυσης του γάμου ή εάν ο γάμος καταστεί άκυρος ή σε περίπτωση διάστασης των συζύγων και εφόσον η περιουσία ενός από τους συζύγους έχει αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εάν με οποιοδήποτε τρόπο έχει συμβάλει σε αυτή την αύξηση έχει το δικαίωμα να απευθυνθεί στο Δικαστήριο και να καταχωρήσει αγωγή απαιτώντας να του καταβληθεί αυτό το μέρος της αύξησης, το οποίο προέρχεται από δική του συνεισφορά.
Το άρθρο 2 του νόμου με αριθμό 23/90 που αφορά τα Οικογενειακά Δικαστήρια και όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, προβλέπει ότι περιουσιακές σχέσεις μεταξύ συζύγων σημαίνουν όλες τις σχέσεις που αφορούν κινητή ή ακίνητη περιουσία και η οποία έχει αποκτηθεί πριν από τον γάμο με την προσδοκία του γάμου ή σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μετά την σύναψη του γάμου από οποιονδήποτε από τους συζύγους σύμφωνα με τα άρθρα του νόμου 232/91 που αναφέρεται πιο πάνω. Τα εν αναφορά άρθρα καλύπτουν οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία και η οποία με οποιοδήποτε τρόπο έχει αποκτηθεί πριν ή μετά τον γάμο από οποιονδήποτε από τους συζύγους.
Με βάση το νόμο, η απόκτηση περιουσίας κατά την διάρκεια του γάμου συμπεραίνεται ότι γίνεται για το συμφέρον των συζύγων και επίσης συμπεραίνεται ότι η συνεισφορά του ενός συζύγου στον άλλο είναι 1/3 εκτός και εάν ένας από τους συζύγους έχει αρκετές αποδείξεις για να πείσει το Δικαστήριο ότι η συνεισφορά του άλλου συζύγου ήταν διαφορετική.
Το ίδιο ισχύει και για την απόκτηση ιδιοκτησίας πριν από τον γάμο με την προοπτική του γάμου. Στην περίπτωση αυτή πρέπει επιπλέον της συνεισφοράς να αποδειχθεί ότι αυτή η περιουσία έχει αποκτηθεί με την προοπτική του γάμου.
Συμπεραίνεται ότι τα περιουσιακά στοιχεία των συζύγων περιλαμβάνουν κάθε κινητή ή ακίνητη περιουσία σε οποιαδήποτε περίπτωση που έχει αποκτηθεί από οποιονδήποτε από τους συζύγους και επιπρόσθετα έχει αποφασισθεί ότι περιουσιακό στοιχείο που ανήκει στους συζύγους είναι κάθε περιουσιακό στοιχείο που έχει αποκτηθεί εκ μέρους ή για λογαριασμό οποιουδήποτε από τους συζύγους.
Το νόημα της συνεισφοράς επεκτείνεται σε κάθε περιουσία που τυγχάνει να είναι εγγεγραμμένη στον όνομα τρίτου προσώπου ή διεκδικείται από τρίτο πρόσωπο.
Εντούτοις, εάν οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία έχει αποκτηθεί από οποιονδήποτε από τους συζύγους κατά την διάρκεια του γάμου ή πριν από τον γάμο με την προοπτική του γάμου και είναι εγγεγραμμένη ή είναι στην κατοχή οποιουδήποτε τρίτου προσώπου τότε αυτό το τρίτο πρόσωπο μπορεί να προστεθεί στην αγωγή που αφορά τους 2 συζύγους, ανεξαρτήτως του ότι μπορεί να κατέχει την περιουσία νόμιμα ή παράνομα, ώστε να αποφασισθεί ολοκληρωτικά και στην ίδια την αίτηση για περιουσιακή διαφορά η όλη συνεισφορά ενός από τους συζύγους και επιπλέον ώστε να εκδοθούν τα αναγκαία διατάγματα που να διατάζουν το τρίτο πρόσωπο να επιστρέψει αυτήν την περιουσία πίσω στον σύζυγο που συνείσφερε για την απόκτηση της.
Σε κάθε περίπτωση, για την διεκδίκιση των περιουσιακών διαφορών μεταξύ των συζύγων οι οποίοι έχουν χωρίσει ή βρίσκονται σε διάσταση μπορείτε να ακολουθήσετε την συνηθισμένη διαδικασία μέσω των Οικογενειακών Δικαστηρίων. Η Δικηγορική μας Eταιρεία χειρίζεται υποθέσεις ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων της Κύπρου οι οποίες αφορούν περιουσιακές διαφορές μεταξύ συζύγων οι οποίοι βρίσκονται σε διάσταση ή έχουν διαζευχθεί.